You are here:

Παρνασσός

Το κλίμα του Παρνασσού

Το κλίμα γενικά στον Παρνασσό είναι υγρό με δριμύ χειμώνα και πολλές χιονοπτώσεις για τις ψηλότερες κορυφές του Παρνασσού και υγρό με ψυχρό χειμώνα για χαμηλότερες υψομετρικά περιοχές.

Τα κύρια χαρακτηριστικά του “υγρού κλιματικού τύπου” είναι οι μεγάλης διάρκειας και δριμείς χειμώνες και οι μικρής διάρκειας θερμές περίοδοι (1-2 μήνες). Τα καλοκαίρια γενικά είναι δροσερά και συχνά ψυχρά και η περίοδος της θερινής ξηρασίας περιορίζεται κατά βάση τους καλοκαιρινούς μήνες, (πλην των θερμικών καταιγίδων).

Ας δούμε τι αναφέρεται στη μελέτη του 1971 (Μονόπωλις) για το κλίμα του Παρνασσού.

Το καλοκαίρι ο καιρός είναι αίθριος, τυπικά μεσογειακός, κατά διαστήματα ανεμώδης με πολύ ασθενείς βροχοπτώσεις από τον Ιούνιο μέχρι τον Αύγουστο ή με μερικές θερμικές καταιγίδες κυρίως στην ορεινή ζώνη. Η θερμοκρασία αέρος, η ηλιοφάνεια και η δυναμική εξατμισοδιαπνοή είναι υψηλές.

Το χειμώνα ο καιρός είναι άστατος, ανεμώδης με σχετικά πυκνή νέφωση και άφθονες βροχοπτώσεις. Mικρά διαλείμματα “καλοκαιρινών ημερών” συνήθως κατά τον Ιανουάριο. Η κυρίως χειμερινή περίοδος διαρκεί από το Δεκέμβριο μέχρι το Μάρτιο και η ψυχρή από το Νοέμβριο έως τον Απρίλιο. Η σχετική υγρασία αέρος είναι χαμηλή, ενώ η απόλυτος υγρασία και η δυναμική εξατμισοδιαπνοή είναι σχετικά χαμηλές.

Ο Παρνασσός στο όριο των δύο καιρών

Η γεωγραφική θέση του Παρνασσού περικλείει δύο θάλασσες, στα δυτικά τον Κορινθιακό κόλπο και στα βόρεια το Μαλιακό κόλπο.

Ως εκ τούτου επηρεάζεται από δύο καιρούς με αποτέλεσμα να δέχεται πολλές βροχές και χιονοπτώσεις στη διάρκεια του χρόνου.

Από τον Κορινθιακό κόλπο διέρχονται συνήθως τα χαμηλά διαμέσου της Μεσογείου ή αυτά που σχηματίζονται στο Ιόνιο ή στην Αδριατική θάλασσα με αποτέλεσμα να εμπλουτίζονται με υγρασία και κινούμενα προς ανατολικά, εφόσον επηρεάζουν τον Παρνασσό, να δίνουν αρκετό υετό (εφόσον συντρέχουν κι άλλοι παράγοντες: ανεμολογικό πεδίο, στροβιλισμός κλπ). Συνήθως συνδυάζονται με ανέμους νότιου τομέα και ευνοείται σημαντικά το χιονοδρομικό κέντρο στα Κελάρια και ο Γεροντόβραχος.

Υπάρχουν και περιπτώσεις που τα χαμηλά ερχόμενα από τα δυτικά (Ιόνιο)συνδυάζονται με ψυχρές εισβολές (καιρός σύγκλισης).

Μέσω του Μαλιακού κόλπου – θάλασσας Αιγαίου επηρεάζεται ο Παρνασσός συνήθως από τα χαμηλά που σχηματίζονται ως αποτέλεσμα συνήθως των ψυχρών εισβολών που καταλήγουν στο Αιγαίο. Το ρεύμα είναι Β-ΒΑ και επηρεάζονται οι προσήνεμες σε αυτό πλαγιές του ορεινού όγκου και δη το χιονοδρομικό κέντρο της Φτερόλακας, έναντι των Κελαριών.

Καιρός Βορείου ρεύματος στον Παρνασσό

Είναι γνωστό σε όλους μας ότι ο κάθε τόπος έχει το δικό του καιρό, τον οποίο οφείλουμε να γνωρίζουμε. Έτσι λοιπόν ο επικρατών καιρός- άνεμος στη Φτερόλακα είναι ο Β-ΒΑ και στα Κελάρια ο Ν-ΝΔ αλλά και ΝΑ.

Θα λέγαμε ότι ο Παρνασσός αποτελεί το όριο των καιρών, όπου αλληλεπιδρούν από το Βορά ο Μαλιακός κόλπος και κατ’ επέκταση το Αιγαίο και προς Νότο ο Κορινθιακός κόλπος και το Ιόνιο πέλαγος λόγω της διέλευσης των χαμηλών.

Θα πούμε λίγα λόγια για τον καιρό Βορείου ρεύματος ή καιρό ανατολικών προσηνέμων μόνο με αναφορά στους Νομούς γύρω από τον Παρνασσό.(Δε θα επεκταθούμε γενικότερα).

Καταρχήν, μετά τη διέλευση του ψυχρού μετώπου και την απομάκρυνση του δυναμικού αιτίου που την προκάλεσε, αποκαθίσταται Β-ΒΑ ρεύμα.

Ο τύπος αυτός καιρού λαμβάνει χώρα όταν υπάρχει αντικυκλώνας στην κεντρικοανατολική Ευρώπη-Βαλκάνια και χαμηλό στο ΝΑ Αιγαίο.

Επιπρόσθετα και χωρίς την παρουσία χαμηλού, (λαμβάνει χώρα ο καιρός Βορείου ρεύματος) εφόσον ο αντικυκλώνας είναι ισχυρός, οπότε σε αυτή την περίπτωση τα φαινόμενα είναι ορογραφικά και ασθενούς χαρακτήρα ενώ η διάρκεια του ΒΑ καιρού χωρίς χαμηλό μπορεί να διαρκέσει ακόμη και 6-7 ημέρες.

Mε τον καιρό Βορείου ρεύματος χωρίς δυναμικό αίτιο:

Επηρεάζονται σε φαινόμενα η ανατολική Βοιωτία και η Φθιώτιδα.

Στον Παρνασσό ευνοούνται σημαντικά σε υετό η Φτερόλακα αλλά και οι προσήνεμες στο Β-ΒΑ ρεύμα πλαγιές του ορεινού όγκου. (Στα Κελάρια, το Γεροντόβραχο, και τις νότιες πλαγιές του Παρνασσού, το ύψος του υετού είναι συγκριτικά λιγότερο σε σχέση με τις Βόρειες πλαγιές του ορεινού όγκου). Φαινόμενα επίσης δεν παρατηρούνται στο ΝΔ ορεινό όγκο (υπήνεμη πλευρά Γερολέκα που ανήκει στα όρια της Φωκίδας).

Στην ανατολική Βοιωτία τα μεγαλύτερα ύψη υετού παρατηρούνται στις περιοχές με Β-ΒΑ προσανατολισμό, όπως στη Δαύλεια, το Δίστομο, τη Λιβαδειά, αντίθετα τα τμήματα της δυτικής Βοιωτίας με Ν-ΝΔ προσανατολισμό βρίσκονται σε ομβροσκιά δηλαδή στερούνται φαινομένων ή έχουν ελάχιστα. Η Αράχωβα εν προκειμένω, τις περισσότερες φορές απολαμβάνει διαστήματα βελτιωμένου καιρού.

Με Β-ΒΑ τύπο καιρού ευνοείται σημαντικά η ανατολική Φθιώτιδα και δη η Αμφίκλεια, η Τιθορέα, ο Μπράλος, επίσης περιοχές της Φωκίδας, όπως η Επτάλοφος (Αγόριανη), η Λιλαία, η Γραβιά.

Οι άνεμοι στην περιοχή μας είναι συνήθως Βόρειοι, (εν αντιθέσει πχ με Βόρεια Ελλάδα που είναι οι ΒΒΑ).

Ο εμπλουτισμός των αερίων μαζών με υγρασία που διασχίζουν το Αιγαίο, προσκρούοντας στους προσήνεμους στο Β-ΒΑ ρεύμα ορεινούς όγκους, δημιουργούν υετό.
(Ευνοϊκοί παράγοντες για υετό είναι η διεύθυνση του ρεύματος, η έντασή του, η μεταβολή θερμοκρασίας καθ’ ύψος κλπ). Συνήθως τα φαινόμενα εκδηλώνονται τη νύχτα ή νωρίς το πρωί, οπότε οι νεφώσεις πυκνώνουν λόγω έντονης ψύξης.

Ο καιρός βορείου ρεύματος χωρίς δυναμικό αίτιο (δηλ. χαμηλό στο ΝΑ Αιγαίο) φέρνει χαμηλή – μεσαία νέφωση και άρα δίνει ορογραφικό υετό, (ασθενή ως μέτρια φαινόμενα) στις προσήνεμες ΒΑ πλευρές του Παρνασσού (Φτερόλακα) ενώ ανάλογα με τη θερμοκρασία τα χιόνια μπορεί να κατέβουν χαμηλότερα επηρεάζοντας τα ημιορεινά της Β-ΒΑ πλευράς Παρνασσού (Αμφίκλεια, Επτάλοφο, Πολύδροσο κλπ).

Το Λιβάδι Αράχωβας συνήθως δεν επηρεάζεται παρά μόνο μετά το τέλος του οικισμού και προς Επτάλοφο, όπου αρχίζουν τα φαινόμενα (ύψος διασταύρωσης- Σκαμνού).

Η επίδραση του Κορινθιακού κόλπου στην κατανομή των βροχοπτώσεων από τα δυτικά χαμηλά.

Στον παρακάτω χάρτη παρατηρούμε με τη μαύρη διαγώνια γραμμή την οροσειρά της Πίνδου που διασχίζει τα ηπειρωτικά με κατεύθυνση Β-ΒΔ προς Ν-ΝΑ και διακόπτεται στο ύψος του Κορινθιακού κόλπου.

Η διακοπή της οροσειράς, λόγω της θάλασσας του Κορινθιακού, έχει ως συνέπεια οι υδρατμοί που φέρουν οι βροχοφόροι άνεμοι (από τα δυτικά) να μη συμπυκνώνονται με αποτέλεσμα τη μη υγροποίησή τους, καθόσον κινούνται χωρίς ορογραφικά εμπόδια.

Επομένως τα ύψη βροχής είναι μικρά, κατά μήκος του Κορινθιακού και στα παράλια που σχηματίζονται εκατέρωθεν αυτού, με ισχυρή κάμψη των χαρτών υετού στα δυτικότερα τμήματα του Κορινθιακού.

(Ως γνωστό, μέσω των ορέων, ο αέρας εξαναγκάζεται να υπερπηδήσει τις οροσειρές που παρεμβάλλονται στη διαδρομή του. Η διαδικασία αυτή οδηγεί στη διαστολή και στην ψύξη του αέρα, καθώς αυτός ανυψώνεται, με αποτέλεσμα τη συμπύκνωση των υδρατμών του, σε ορισμένο ύψος επάνω από το έδαφος, όπου ο ανυψούμενος όγκος αέρα καθίσταται κορεσμένος σε υδρατμούς).

Ο Παρνασσός ευνοείται από τα συστήματα που κινούνται με φορά ΝΔ και περνούν ανεμπόδιστα μέσω του Κορινθιακού κόλπου χωρίς να συναντούν το εμπόδιο του όρους Γκιώνας που αποκόπτει πολλές φορές σημαντικό τμήμα του υετού.

Η ΝΔ κυκλοφορία είναι η επικρατούσα καιρική κατάσταση στα Κελάρια που ευνοεί σε χιονόπτωση τον Παρνασσό, αν συντρέχουν και ορισμένες προϋποθέσεις που θα αναλυθούν άλλη φορά. Πολλές φορές όμως δημιουργεί και προβλήματα στη λειτουργία του χιονοδρομικού λόγω των ισχυρών ανέμων.